τετραχθα

τετραχθα
    τετραχθά
    (θᾰ) Hom. = τέτραχα См. τετραχα

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "τετραχθα" в других словарях:

  • τετραχθά — indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραχθά — Α επίρρ. τέτραχα*. [ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. τού τέτραχα, πρβλ. διχθά, τριχθά. Για την εναλλαγή τού χ/ χθ πρβλ. χαμηλός: χθαμαλός] …   Dictionary of Greek

  • τετραξός — ή, όν, Α τετραπλός («γραμμαὶ τετραξαί» τέσσερεις σειρές γραμμών, Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρα (βλ. λ. τέσσερεις + επίθημα ξός, μέσω αμάρτυρου τ. *τετραχθjος < επίρρ. τετραχθά (πρβλ. δι ξός < *διχθjος < διχθά)] …   Dictionary of Greek

  • τριχθά — Α επίρρ. (επικ. επιτ. τ. τού τρίχα*) σε τρία μέρη. [ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. τού τρίχα (Ι), πρβλ. διχθά, τετραχθά. Για την εναλλαγή τού χ /χθ πρβλ. χαμηλός: χθαμαλός] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»